Πίστη ή Εμπιστοσύνη;   Leave a comment

Πίστη ή εμπιστοσύνη; Ποιος είναι ο πιο δόκιμος όρος για να περιγράψει την σχέση του ανθρώπου με το υπερφυσικό, ή, με τις ανθρώπινες αξίες, τα ιδανικά, τις ικανότητες του ως άνθρωπο, τους άλλους ανθρώπους;

Εμπιστοσύνη
Πίστη, σημαίνει «αποδοχή (ή πεποίθηση) χωρίς αποδείξεις».
Εμπιστοσύνη σημαίνει κάτι βαθύτερο, «βεβαιότητα ύπαρξης/δράσης»

Παρατηρώ σε αρκετές συζητήσεις, θεολογικού κυρίως προβληματισμού και αντιπαράθεσης, τη χρήση της λέξης πίστη με διάφορες έννοιες. Οι άθεοι, χρησιμοποιούν τη λέξη πίστη για να περιγράψουν την «αποδοχή ύπαρξης χωρίς αποδείξεις», κυρίως στην έκφραση «δεν πιστεύω στο θεό» η «δεν πιστεύω ότι υπάρχει θεός». Μια μερίδα των άθεων επίσης λέει «πιστεύω ότι δεν υπάρχει θεός». Σχεδόν αμέσως, όλοι, δέχονται την αντί-ερώτηση «ναι αλλά κάπου θα πιστεύεις, κάπου θα βρίσκεις δύναμη». Εκεί, τις περισσότερες φορές η λέξη «πίστη» ξεκινά να χρησιμοποιείται και με την έννοια «εμπιστεύομαι».

Πιο δόκιμο θα ήταν, «εμπιστεύομαι τους ανθρώπους» αντί «πιστεύω στους ανθρώπους», γιατί και οι άνθρωποι υπάρχουν, και οι προγενέστερες συμπεριφορές τους υπάρχουν και είναι παρατηρήσιμα, επομένως η έκφραση «αποδοχή χωρίς αποδείξεις» είναι αδόκιμη. Το ίδιο ισχύει και για τις αξίες και για τα ιδανικά, η την δημοκρατία η κάποιο άλλο πολιτικό σύστημα. Υπάρχουν η έχουν υπάρξει, εφαρμόζονται, και τα αποτελέσματα τους είναι παρατηρήσιμα. Για παράδειγμα για την αλληλεγύη, πέρα από εμπειρικά από τον καθένα μας, και επιστημονικά αποδεικνύεται ότι συμφέρει την κοινότητα μέσα από τη Θεωρία Παιγνίων (Game Theory).

Ο όρος «πίστη» όσον αφορά τα υπαρκτά και παρατηρήσιμα της ανθρωπότητας, εξακολουθεί να είναι δόκιμος μόνο μέχρι το σημείο που η μελλοντική συμπεριφορά είναι χαοτική (μη προβλέψιμη λόγω αναρίθμητων παραγόντων). Πχ εμπιστεύομαι τον αλτρουισμό του συγγενή μου, λόγω της προηγούμενης σχέσης μαζί του, αλλά το μέλλον επηρεάζεται και από παράγοντες που δεν είναι υπό τον έλεγχο μας. Αυτό όμως το περιθώριο αβεβαιότητας είναι μικρό, και υπάρχει παντού σε ότι αφορά τις προβλέψεις μας για το μέλλον, τόσο «παντού» μάλιστα, που ο υπολογισμός του δεν προσφέρει τίποτα χρηστικό, πόσο μάλλον το να επιβάλλει τη χρήση του όρου «πίστη» («πίστη χωρίς αποδείξεις»), αντί του όρου «εμπιστοσύνη» («βεβαιότητα ύπαρξης»).

Και από τους πιστούς του εκάστοτε θρησκεύματος θα πρέπει να χρησιμοποιείται ο όρος εμπιστοσύνη σε ότι αφορά τα υπαρκτά και παρατηρήσιμα της ανθρωπότητας. Όμως, η εκάστοτε θεότητα έχει τη δική της βούληση, και είναι κεντρικού θεολογικού νοήματος το ότι δεν μπορείς να κάνεις πρόβλεψη για τη δράση της. Αυτό πιθανότατα έχει να κάνει με το ότι ο θεός δεν υπάρχει, άρα οι πιστοί πρέπει να συμβιβάσουν την ανυπαρξία δράσης, με την θεωρία ύπαρξης. Ο θεός λοιπόν δεν δρά όπως θα περίμεναν οι άνθρωποι, πχ δεν σώζει ένα αθώο παιδάκι από βέβαιο θάνατο από ατύχημα, γιατί έχει δική του βούληση, η οποία συχνά αιτιολογείται με τη γνώση της θεότητας για το μέλλον. Άρα εξ ορισμού δεν μπορείς να μιλάς για «εμπιστοσύνη προς τη βούληση της θεότητας», αλλά για πίστη, «αποδοχή χωρίς αποδείξεις».

Για λόγους πληρότητας θα πρέπει να αναφέρω και εκείνη την απειροστά μικρή μερίδα πιστών που θεωρούν ότι έχουν πράγματι εμπιστοσύνη στη βούληση της θεότητας, με την έννοια της βεβαιότητας, και να επισημάνω ότι κοιτούν και τις δύο πλευρές του δρόμου όταν τον διασχίζουν, όπως και ότι εξακολουθούν να βάζουν αλεξικέραυνα στις κορυφές των εκκλησιών τους.

 

Βοηθητικες Πηγές:

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής: Πίστη

Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής: Εμπιστοσύνη

 

Σχολιάστε

The Out Campaign: Scarlet Letter of Atheism
url,  tracking